Το ούζο είναι ένα παραδοσιακό προϊόν που παράγεται από απόσταξη
αγνών υλικών της γης. Συγκεκριμένα, ως βάση, χρησιμοποιείται απόσταγμα
από σιτηρά, το οποίο τοποθετείται σε χάλκινα καζάνια και αρωματίζεται
μέσω της διαδικασίας της απόσταξης, με βότανα και καρπούς, με κυρίαρχο
το γλυκάνισο που του δίνει αυτή τη χαρακτηριστική γεύση.
Παράγεται αποκλειστικά στην Ελλάδα όπου και καταναλώνεται ευρέως, ενώ εξάγεται και στο εξωτερικό. Ανήκει στην κατηγορία των απεσταγμένων ανισούχων αλκοολούχων ποτών. Ανισούχα ποτά συναντάμε και σε άλλες χώρες της Μεσογείου, όπως είναι το παστίς στη Γαλλία, το ρακί στην Τουρκία, η Σαμπούκα στην Ιταλία.
Η παραγωγική διαδικασία του ούζου όμως, υπερέχει από τα υπόλοιπα ανισούχα ποτά καθώς προέρχεται από απόσταξη ενώ τα περισσότερα προέρχονται από ανάμιξη ή διαβροχή των αρωματικών σπόρων
Μια από τις θεωρίες είναι η εξής: Η Μασσαλία αποτέλεσε τον πρώτο προορισμό εξαγωγών της Ελλάδας. Στα κιβώτια που εξάγονταν, αναγραφόταν η φράση "uso di Massalia", δηλαδή "προς χρήση στη Μασσαλία". Λόγω της υψηλής ποιότητας των προϊόντων που εξάγονταν εκεί, η φράση αυτή έγινε συνώνυμη της καλής ποιότητας. Μια λαϊκή παράδοση του Τυρνάβου λέει ότι επί τουρκοκρατίας έφτασε εκεί ένας Οθωμανός γιατρός ο Σταυράκ Μπέης. Στην πόλη τότε συνήθιζαν να πίνουν ένα τοπικό ποτό που έμοιαζε με το ούζο. Ο Σταυράκ μπέης βρέθηκε κάποια μέρα στο σπίτι του πρόκριτου Αντώνη Μακρή με τον οποίο διατηρούσε φιλία. Τον συμβούλεψε να προσθέσει στην απόσταξη ένα ακόμη αρωματικό βότανο, το οποίο κι έκανε, δημιουργώντας το σημερινό ούζο. Ο Μακρής μόλις δοκίμασε το νέο απόσταγμα του άρεσε και φώναξε: «Μωρέ τί´ναι τούτο; Ούζο Μασσαλίας!», εννοώντας με τη φράση αυτή ότι ήταν εκλεκτής ποιότητας. Στη συνέχεια, η λέξη "Μασσαλία" έφυγε και έμεινε η λέξη uso=ούζο που στο εξής χαρακτήριζε το ποτό. Έτσι επικράτησε η ονομασία του.
Σύμφωνα με μία άλλη άποψη, η λέξη ούζο προέρχεται από το τούρκικο üzüm, το οποίο σημαίνει "τσαμπί σταφύλι" και "αφέψημα από σταφίδες".
Από την άλλη, ο Έλληνας πεζογράφος Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης (1908-1993), ισχυριζόταν ότι η λέξη ούζο, ετυμολογικά προέρχεται από τη φράση "ου ζω", δίνοντας στο ποτό μια υπερβατική διάσταση και ορίζοντάς το σαν μια έκφραση της κατάστασης του πνεύματος που οδηγεί πέραν της ζωής και του θανάτου.
Το Πλωμάρι είναι ένας ευλογημένος τόπος τον οποίο η φύση έχει απλόχερα προικίσει. Η γεωγραφική θέση του, που ήταν εμπορικό λιμάνι ανάμεσα στην Ευρώπη και την Ασία, η θάλασσα και το πλούσιο έδαφος επέτρεψαν στους ντόπιους παραγωγούς να φτιάξουν ούζο εξαιρετικής ποιότητας. Οι κάτοικοι του Πλωμαρίου, ταξιδεμένοι κοσμοπολίτες, ναυτικοί και έμποροι, ήταν μία εύπορη τάξη που ήξερε να απολαμβάνει τις χαρές της ζωής. Έτσι αναπτύχθηκε το εμπόριο και οι εξαγωγές του Ούζου.
Το Ούζο αγαπήθηκε τόσο πολύ από Έλληνες και ξένους, που είναι γνωστό ως το εθνικό ποτό της Ελλάδας. Σήμερα, το όνομα και η προέλευση του Ούζου προστατεύονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση ( ΠΓΕ-Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη), κάτι που σημαίνει ότι δεν μπορεί να παραχθεί πουθενά αλλού, παρά μόνο στην Ελλάδα.
Η φράση Ούζο Πλωμαρίου αποτελεί επίσης Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη, πιστοποιώντας το εξαιρετικής ποιότητας ούζο που παράγεται στην περιοχή.
Το Ούζο προέρχεται από απόσταξη αλκοόλης γεωργικής προέλευσης (π.χ. όπως τα σιτηρά), παρουσία διάφορων αρωματικών βοτάνων (κορίανδρος, μάραθος, αστεροειδής γλυκάνισος, νυχάκι, ρίζα αγγελικής, κακουλές, κανέλα, μοσχοκάρυδο κ.ά.) με κυρίαρχο το γλυκάνισο.
Η απόσταξη γίνεται σε ειδικούς αποστακτήρες (καζάνια/άμβυκες), οι οποίοι είναι κατά παράδοση φτιαγμένοι από χαλκό.
via
Παράγεται αποκλειστικά στην Ελλάδα όπου και καταναλώνεται ευρέως, ενώ εξάγεται και στο εξωτερικό. Ανήκει στην κατηγορία των απεσταγμένων ανισούχων αλκοολούχων ποτών. Ανισούχα ποτά συναντάμε και σε άλλες χώρες της Μεσογείου, όπως είναι το παστίς στη Γαλλία, το ρακί στην Τουρκία, η Σαμπούκα στην Ιταλία.
Η παραγωγική διαδικασία του ούζου όμως, υπερέχει από τα υπόλοιπα ανισούχα ποτά καθώς προέρχεται από απόσταξη ενώ τα περισσότερα προέρχονται από ανάμιξη ή διαβροχή των αρωματικών σπόρων
Ονομασία
Η προέλευση της ονομασίας του ούζου δεν είναι γνωστή με απόλυτη σιγουριά. Έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις για την προέλευση της λέξης ούζο. Οι απόψεις αυτές έχουν περισσότερο λαογραφικό χαρακτήρα χωρίς να υπάρχει κάποια επικρατέστερη.Μια από τις θεωρίες είναι η εξής: Η Μασσαλία αποτέλεσε τον πρώτο προορισμό εξαγωγών της Ελλάδας. Στα κιβώτια που εξάγονταν, αναγραφόταν η φράση "uso di Massalia", δηλαδή "προς χρήση στη Μασσαλία". Λόγω της υψηλής ποιότητας των προϊόντων που εξάγονταν εκεί, η φράση αυτή έγινε συνώνυμη της καλής ποιότητας. Μια λαϊκή παράδοση του Τυρνάβου λέει ότι επί τουρκοκρατίας έφτασε εκεί ένας Οθωμανός γιατρός ο Σταυράκ Μπέης. Στην πόλη τότε συνήθιζαν να πίνουν ένα τοπικό ποτό που έμοιαζε με το ούζο. Ο Σταυράκ μπέης βρέθηκε κάποια μέρα στο σπίτι του πρόκριτου Αντώνη Μακρή με τον οποίο διατηρούσε φιλία. Τον συμβούλεψε να προσθέσει στην απόσταξη ένα ακόμη αρωματικό βότανο, το οποίο κι έκανε, δημιουργώντας το σημερινό ούζο. Ο Μακρής μόλις δοκίμασε το νέο απόσταγμα του άρεσε και φώναξε: «Μωρέ τί´ναι τούτο; Ούζο Μασσαλίας!», εννοώντας με τη φράση αυτή ότι ήταν εκλεκτής ποιότητας. Στη συνέχεια, η λέξη "Μασσαλία" έφυγε και έμεινε η λέξη uso=ούζο που στο εξής χαρακτήριζε το ποτό. Έτσι επικράτησε η ονομασία του.
Σύμφωνα με μία άλλη άποψη, η λέξη ούζο προέρχεται από το τούρκικο üzüm, το οποίο σημαίνει "τσαμπί σταφύλι" και "αφέψημα από σταφίδες".
Από την άλλη, ο Έλληνας πεζογράφος Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης (1908-1993), ισχυριζόταν ότι η λέξη ούζο, ετυμολογικά προέρχεται από τη φράση "ου ζω", δίνοντας στο ποτό μια υπερβατική διάσταση και ορίζοντάς το σαν μια έκφραση της κατάστασης του πνεύματος που οδηγεί πέραν της ζωής και του θανάτου.
Πατρίδα του ούζου
Το νησί της Λέσβου και ειδικότερα το Πλωμάρι θεωρείται η πατρίδα του Ούζου και όχι τυχαία, μιας και η περιοχή έχει μακρά παράδοση στην παραγωγή του Ούζου. Εδώ, το Ούζο ξεκίνησε να παράγεται το 19ο αιώνα από ελληνικές οικογένειες και αποστάζεται μέχρι και σήμερα με τον ίδιο παραδοσιακό τρόπο.Το Πλωμάρι είναι ένας ευλογημένος τόπος τον οποίο η φύση έχει απλόχερα προικίσει. Η γεωγραφική θέση του, που ήταν εμπορικό λιμάνι ανάμεσα στην Ευρώπη και την Ασία, η θάλασσα και το πλούσιο έδαφος επέτρεψαν στους ντόπιους παραγωγούς να φτιάξουν ούζο εξαιρετικής ποιότητας. Οι κάτοικοι του Πλωμαρίου, ταξιδεμένοι κοσμοπολίτες, ναυτικοί και έμποροι, ήταν μία εύπορη τάξη που ήξερε να απολαμβάνει τις χαρές της ζωής. Έτσι αναπτύχθηκε το εμπόριο και οι εξαγωγές του Ούζου.
Το Ούζο αγαπήθηκε τόσο πολύ από Έλληνες και ξένους, που είναι γνωστό ως το εθνικό ποτό της Ελλάδας. Σήμερα, το όνομα και η προέλευση του Ούζου προστατεύονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση ( ΠΓΕ-Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη), κάτι που σημαίνει ότι δεν μπορεί να παραχθεί πουθενά αλλού, παρά μόνο στην Ελλάδα.
Η φράση Ούζο Πλωμαρίου αποτελεί επίσης Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη, πιστοποιώντας το εξαιρετικής ποιότητας ούζο που παράγεται στην περιοχή.
Ιστορία
Οι απαρχές της ιστορίας του ούζου είναι άγνωστες. Εικάζεται ότι το ποτό παραγόταν σε παρόμοια μορφή από την αρχαιότητα ακόμα. Το σίγουρο πάντως είναι ότι ήδη ήταν γνωστό την περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Κατά την Οθωμανική περίοδο το ούζο ήταν διαδεδομένο στις περιοχές της σημερινής Τουρκίας, αλλά και σε περιοχές της Μέσης Ανατολής. Η παραγωγή του ούζου αυξήθηκε και εξαπλώθηκε τοπικά στην Ελλάδα μετά την ανεξαρτησία της χώρας από τους Οθωμανούς.Παραγωγή

Η απόσταξη γίνεται σε ειδικούς αποστακτήρες (καζάνια/άμβυκες), οι οποίοι είναι κατά παράδοση φτιαγμένοι από χαλκό.
Εμφιάλωση
Το εμφιαλωμένο ούζο είναι σήμερα η μόνη νόμιμη μορφή διακίνησης του προϊόντος. Η εμφιάλωση αποκλείει το ενδεχόμενο νοθεύσεων, επικίνδυνων για την υγεία, ενώ προστατεύει το ούζο από εξωγενείς παράγοντες. Τέλος, το εμφιαλωμένο ούζο παράγεται στα πλαίσια όλων των ελέγχων που υφίσταται ένα επίσημο αποσταγματοποιείο.Κατανάλωση
Το ούζο καταναλώνεται με παρέα και συνοδεύεται συνήθως από ποικιλία μεζέδων, όπως παστά, οστρακοειδή, μαλάκια, σαλάτες, ελιές, κ.ά. Σερβίρεται σε ψηλόλιγνα ποτήρια και προστίθεται σε αυτό δροσερό νερό ή/και πάγος. Ο ενδεδειγμένος τρόπος σερβιρίσματος είναι: Πρώτα η προσθήκη του ούζου στο ποτήρι, στη συνέχεια η προσθήκη κρύου νερού και στο τέλος, αν το επιθυμούμε, η προσθήκη του πάγου. Με τον τρόπο αυτό κρυώνει σταδιακά το ούζο, εξασφαλίζοντας καλύτερη απελευθέρωση των αρωμάτων του. Μετά την προσθήκη νερού το ούζο εμφανίζει χαρακτηριστικό γαλάκτωμα, που οφείλεται στο γλυκάνισο που περιέχει.via
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου